Σάββατο 7 Ιουνίου 2008

Η πτώση του Βελιγραδίου

Ευγένιος Αρανίτσης Ελευθεροτυπία


 Τραγούδια ή χορευτικά Θεάματα που πάσχουν από παντελή έλλειψη ζωής μοιάζουν, σε αντιστάθμισμα, να επιζητούν την ενσάρκωσή τους σ' έναν πρωταγωνιστή όσο το δυνατόν πιο «ζωντανό». Για να μεταχειριστώ μια τεχνική μεταφορά, όταν η αυθεντικότητα ενός πράγματος αγγίζει το μηδέν, το περίβλημα τον πράγματος διογκώνεται, σαν απ' την υποπίεση τον περιβάλλοντος, ώσπου ανατινάζεται, οπότε έχουμε τα ξέφρενα νούμερα τσίρκου τύπου Ρουβά. Έχουμε επίσης, διεθνώς, την παρέλαση της κραυγαλέας εμποροπανήγυρης της Γιουροβίζιον, που ο παλμός της ενισχύεται όσο περνούν τα χρόνια, ακριβώς για τον λόγο ότι τα αποθέματα μουσικής πρωτοτυπίας φθίνουν αποκαρδιωτικά. Εν κατακλείδι, όταν η ψυχική ζωντάνια της παράστασης αποσύρεται εξ ολοκλήρου, η επιθυμία επαναφοράς κάποιον υπολείμματος ζωντάνιας πυροδοτεί βεγγαλικά και κροτίδες.


Αυτό εξηγεί κατ' αρχάς την πολεμική ατμόσφαιρα πάνω στο πλατύ. H πυρετώδης νευρικότητα και ο καταιγισμός βάρβαρων οπτικοακουστικών ερεθισμάτων, οι ενέσεις αδρεναλίνης και η αποσβολωτική κακογουστιά των σκηνικών και των κοστουμιών, η εκτίναξη των ντεσιμπέλ στα ύψη και τα ακροβατικά που συνοδεύουν τα στριγκλίσματα και τούς βρυχηθμούς, όλ' αυτά ρίχνονται στο παιγνίδι σαν εφεδρείες προκειμένου να εξισορροπηθεί, παρήγορα, η αποκρουστική κενότητα της ατραξιόν. Συν τω χρόνω, όσο πιο αισθητή γίνεται η εξαφάνιση τον ανθρώπινου όντος από τη μουσική επικαιρότητα αυτού τον ελεεινού είδους, τόσο πιο φανταχτερή πρέπει να είναι η υποτιθέμενη απόδειξη τον ότι υπάρχουν ακόμη άνθρωποι στον πλανήτη και ότι κάνουν αυτό που έκαναν πάντοτε άπαξ και τούς κυρίευε ο φόβος ότι θα περάσουν στο ντούκου: χτυπάνε κατσαρολικά. Το πλησιέστερο παράδειγμα είναι εκείνο των ναυαγών που χοροπηδούν, ανάβουν φωτιές ή δοκιμάζουν οποιαδήποτε παλαβομάρα ώστε να τραβήξουν την προσοχή τον πληρώματος κάποιον πλοίου που περνάει στον ορίζοντα.


Ο ίδιος συλλογισμός εξηγεί τον παραληρηματικό τόνο που προσλαμβάνει η διαφημιστική εκστρατεία τέτοιων διοργανώσεων, μ' έναν υπερθετικό βαθμό δημοσιότητας σε όλους τούς ορόφους τον επικοινωνιακού οικοδομήματος, από την άσκηση διπλωματίας στα Βαλκάνια μέχρι το lifestyle της υψηλής κομμωτικής. Ετσι, δεν είναι παράξενο που η Γιουροβίζιον κατέληξε να αποτελεί μια συγχώνευση των τομέων, δηλαδή κάτι που ανήκει ταυτόχρονα στη μουσική, στο θέατρο, στον αθλητισμό, στην τηλεόραση, στην πολιτική, στη δορυφορική τεχνολογία, στην πλαστική χειρουργική, στην οικονομία, στον τουρισμό, στις δημόσιες σχέσεις και στη μόδα. Φυσικά, για να εξασφαλιστεί η συγχώνευση, προϋποτίθεται ένας οριακά ελαχιστοποιημένος κοινός παρονομαστής των διαφορών, κατ' ουσίαν μηδενικός. H Γιουροβίζιον εκφράζει αυτή την προϋπόθεση με μεγαλοπρεπή έμφαση, ώστε τα εκατό εκατομμύρια των τηλεθεατών να αντιληφθούν, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι για να είσαι τα πάντα, αρκεί, ή μάλλον επιβάλλεται, να είσαι τίποτα.


Αυτό εναρμονίστηκε με την εντελώς καινούρια κατεύθυνση που έχει πάρει η δυναμική της πλύσης εγκεφάλου, η οποία δεν είναι πλέον φασιστική αλλά εννοεί την καλλιεργούμενη συναίνεση, εν ολίγοις τη συναποδοχή ότι δεν μας απέμεινε παρά να αδιαφορούμε. Έκτοτε, όσο πιο έντονα συνειδητοποιεί κανείς το αναπόφευκτο αυτής της αδιαφορίας, τόσο πιο πεισματικά αγωνίζεται να προσποιηθεί το αντίθετο. Το αποτέλεσμα είναι ότι, αντί να αδιαφορούμε γυρνώντας την πλάτη, όπως πριν από 20 χρόνια, αδιαφορούμε μ' αυτόν τον παράδοξο τρόπο: συμμετέχουμε σε κάτι που, εν επιγνώσει μας, είναι αδιάφορο.


Ανέκαθεν παρατηρούσα ανάλογες τακτικές στους ψυχαναγκαστικούς, των οποίων η συμπεριφορά υποστηριζόταν από αμετακίνητη ισχυρογνωμοσύνη ειδικά επειδή απουσίαζε το κίνητρο. Έβλεπα δηλαδή ότι, όσο πιο αυθαίρετες ήταν οι αποφάσεις που έπαιρναν, τόσο ισχυρότερος ο ζήλος με τον οποίο αμύνονταν για να τις εφαρμόσουν, συχνά σε βάρος κάθε λογικής.


Και όσο πιο φανερά ξεκομμένες ήταν οι πράξεις τους από τον συναισθηματικό αυθορμητισμό, τόσο πιο βαθιά ρίζωνε η πεποίθησή τους ότι οι πράξεις αυτές ήταν αναγκαίες. Ας το πω με όρους διαλεκτικής: εάν μια οποιαδήποτε κατάσταση περιέχει μιαν ορισμένη αλήθεια, η υπεράσπισή της παραμένει σχετικά ανεκτική: επιτρέπεται να εγκαταλείψεις την αλήθεια στα πυρά των αντιπάλων ή να τη διαπραγματευτείς, κι εκείνη Θ' αντέξει από μόνης της. Απεναντίας, όταν και το έσχατο ίχνος αλήθειας λείπει, η υπεράσπιση της τρύπας που αφήνει στη θέση τον πρέπει να εξελιχθεί σε μάχη μέχρι θανάτου, αφού δεν υπάρχει εκεί τίποτα άλλο που να αντιστέκεται.


Εδώ λοιπόν, στο λεγόμενο μεταμοντέρνο Θέαμα, και εις επίρρωσιν της άποψης που διατυπώνεται συχνά, ήδη από την εποχή της μόδας του τζόκινγκ, ότι οι δυτικές κοινωνίες γίνονται όλο και πιο ψυχαναγκαστικές, όλο και πιο υπάκουες στους αυτοματισμούς, φαινόμενα όπως η Γιουροβίζιον θα είναι, με τη σειρά τους, όλο και πιο δημοφιλή στον βαθμό, ακριβώς, που δεν προσφέρουν την παραμικρή ικανοποίηση. Μη έχοντας παρά μόνον αυτό (το να είναι δημοφιλή), πρέπει να το υπερασπίσουν πάση Θυσία κι εμείς μαζί τους. Όπως αγνοούμε τώρα πια την αιτία για την οποία γίνεται κανείς «επώνυμος», έτσι αγνοούμε την αιτία της επιτυχίας ενός θεάματος  και το μυστικό που απομένει να αποκαλυφθεί είναι ότι δεν υπάρχει καμία αιτία, υπάρχουν απλώς συνέπειες που τα συντρίμμια τούς επιπλέουν στον ωκεάνειο ΙΡίθυρο των SΜS κατά ην ψηφοφορία.


Τότε κάνει την εμφάνισή τον και ο σερ Τέρι Γουόγκαν, παλαίμαχος τον BBC, και αποφαίνεται ότι «αυτό (η Γιουροβίζιον) δεν μπορεί πλέον (ΝΟ longer) να θεωρηθεί μουσικός διαγωνισμός διότι κ.λπ. κ.λπ.» Με δεδομένο το «ΝΟ longer, να υποθέσουμε άραγε άτι ο προαναφερθείς εκτιμούσε μέχρι πέρσι ότι «αυτό» ήταν όντως μουσικός διαγωνισμός;;; Δύσκολες μέρες για το BBC που εξακολουθεί να παλεύει με τις αιτίες! Σε ό,τι με αφορά, εκείνο πού θέλω να υπογραμμίσω σήμερα φωτίζει μια ιστορική κι ωστόσο λεπτή διάκριση, που είναι η εξής: η γιγαντιαία κλίμακα της ακροαματικότητας παρόμοιων εκδηλώσεων δεν οφείλεται στο ότι η κοινωνία έχει αποβλακωθεί, όπως συνήθως λέγεται ή υπονοείται (ποτέ η κοινωνία δεν είχε βαθύτερη συναίσθηση τον ότι της πουλάνε σκουπίδια), αλλά στο ότι έχει μετακινηθεί ψυχικά σε μια αντιφατική Θέση, απ' όπου ενθαρρύνει τον εαυτό της να τρέφεται, οικειοθελώς, με αυτό παν περιφρονεί. Συγκριτικά με μια τέτοια διαστροφή, η παλιά καλή περίοδος της λατρείας των πρώτων απορρυπαντικών είναι μια εποχή που θα νοσταλγήσουμε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: